ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΜΑΣ
ΖΩΝΟΥΝ
Θάλασσες μας
ζωνουν
κύματα μας κλειουν,
σ’ άγριους βράχους πάνω
τα νιάτα μας φρουρούν.
Στείλαν του λαού μας
τ’ άξια τα παιδιά,
για να τα λυγίσουν
σε δεσμά βαριά.
Στων φρουρών το πείσμα
θα σταθούμε ορθοί,
στις καρδιές ατσάλι
φλόγα στην ψυχή.
Μάνα μη στενάζεις,
μάνα μη θρηνείς,
τώρα πέφτουν οι θρόνοι
και τραντάζει η γης.
Η αυγή χαράζει
πάνω στα βουνά,
ο εχθρός λουφάζει
φτάνει η λευτεριά.
Χτυπάτε τους, αδέλφια,
χτυπάτε δυνατά,
σαν χτυπάει ο λαός μας,
σειέται γη στεριά.
κύματα μας κλειουν,
σ’ άγριους βράχους πάνω
τα νιάτα μας φρουρούν.
Στείλαν του λαού μας
τ’ άξια τα παιδιά,
για να τα λυγίσουν
σε δεσμά βαριά.
Στων φρουρών το πείσμα
θα σταθούμε ορθοί,
στις καρδιές ατσάλι
φλόγα στην ψυχή.
Μάνα μη στενάζεις,
μάνα μη θρηνείς,
τώρα πέφτουν οι θρόνοι
και τραντάζει η γης.
Η αυγή χαράζει
πάνω στα βουνά,
ο εχθρός λουφάζει
φτάνει η λευτεριά.
Χτυπάτε τους, αδέλφια,
χτυπάτε δυνατά,
σαν χτυπάει ο λαός μας,
σειέται γη στεριά.
ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΥΟ
Είμαστε δυο,
είμαστε δυο,
η ώρα σήμανε οχτώ
κλείσε το φως, χτυπά ο φρουρός,
το βράδυ θά ‘ρθουνε ξανά
η ώρα σήμανε οχτώ
κλείσε το φως, χτυπά ο φρουρός,
το βράδυ θά ‘ρθουνε ξανά
έμπα μπροστά, έμπα μπροστά
και οι άλλοι πίσω ακολουθούν,
μετά σιωπή και ακολουθεί
το ίδιο τροπάρι το γνωστό
Βαράνε δυο, βαράνε τρεις,
βαράνε χίλιοι δεκατρείς
Πονάς εσύ, πονάω εγώ,
μα ποιος πονάει πιο πολύ,
θά ‘ρθει καιρός να μας το πει
Είμαστε δυο, είμαστε τρεις,
είμαστε χίλιοι δεκατρείς
Καβάλα πάμε στον καιρό
με τον καιρό με την βροχή
το αίμα πήζει στην πληγή
ο πόνος γίνεται καρφί
Ο εκδικητής ο λυτρωτής
είμαστε δυο, είμαστε τρεις,
είμαστε χίλιοι δεκατρείς
ΤΟ ΣΦΑΓΕΙΟ
Το μεσημέρι χτυπάνε στο γραφείο,
μετρώ τους χτύπους, τον πόνο μετρώ,
είμαι θρεφτάρι ,μ’ έχουν κλείσει στο σφαγείο,
σήμερα εσύ αύριο εγώ
Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα,
μετρώ τους χτύπους, το αίμα μετρώ,
πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα `μαστε παρέα,
τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ
Που πάει να πει
σ’ αυτή τη γλώσσα τη βουβή,
βαστάω γερά, κρατάω καλά
Μες στις καρδιές μας αρχιναει το πανηγύρι,
τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ
τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ
Μύρισε το σφαγείο μας θυμάρι
και το κελί μας κόκκινο ουρανό,
μετρώ τους χτύπους, τον πόνο μετρώ,
είμαι θρεφτάρι ,μ’ έχουν κλείσει στο σφαγείο,
σήμερα εσύ αύριο εγώ
Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα,
μετρώ τους χτύπους, το αίμα μετρώ,
πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα `μαστε παρέα,
τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ
Που πάει να πει
σ’ αυτή τη γλώσσα τη βουβή,
βαστάω γερά, κρατάω καλά
Μες στις καρδιές μας αρχιναει το πανηγύρι,
τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ
τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ
Μύρισε το σφαγείο μας θυμάρι
και το κελί μας κόκκινο ουρανό,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου