Η Μαρία η Πομάκα πουλάει γαρίφαλα τα βράδια στα μαγαζιά.
Πετράλωνα, Θησείο, κέντρο, κάπου θα την έχετε συναντήσει.
Είναι μια γυναίκα μεσαίου αναστήματος με σκουρόχρωμο δέρμα.
Δεν είναι νέα, ούτε μεγάλη.
Η ακαθόριστη ηλικία της προσθέτει κι άλλο μυστήριο στη
γοητεία της.
Σέρνει τη μακριά της φούστα στα πλακάκια των νυχτερινών
μαγαζιών και όσες φορές την έχω δει αρνείται να φυλακίσει τα στήθια της σε
στηθόδεσμο.
Τα μακριά μαλλιά της είναι πιασμένα σε μια χαλαρή πλεξούδα
που φτάνει μέχρι τη μέση και την έχει πάντα ριγμένη σαν κόσμημα στη μία άκρη
του λαιμού της.
Οταν μπαίνει στο μαγαζί είναι αδύνατον να μην την προσέξεις.
Είναι λουλουδού, αλλά έχει μια περίεργη φόρτιση αυτή η λέξη,
βαριά και αποπνικτική, που δεν της ταιριάζει.
Της λες πως δεν θες λουλούδι και εκείνη δεν επιμένει.
Κάθεται κάπου παραδίπλα και περιμένει.
Σαν τη Σίβυλλα έχει προβλέψει πως αν το βράδυ πάει καλά και
κάνει κέφι η ορχήστρα, δεν θα γυρίσει άφραγκη στο σπίτι.
Μπορεί να δει τα μυστηριώδη νήματα να καλύπτουν σιγά σιγά
την ατμόσφαιρα της νύχτας.
Σου δίνει την εντύπωση πως κατάγεται από ένα κομμάτι του
κόσμου που όλοι οι μεγάλοι κατακτητές, από τα βάθη του χρόνου, θα ήθελαν να
κερδίσουν.
Μια φυλή περήφανη και ανυπότακτη.
Ο σολίστας του βιολιού την ξέρει καλά. Σε κάποια στιγμή του
προγράμματος, το έφερε εκείνη η βραδιά, αρχίζει μόνος του ένα ταξίμι.
Μια αστραπιαία οπτική συνεννόηση μεσολάβησε μεταξύ τους. Η
Μαρία σηκώνεται και στέκεται μπροστά του.
Το ταξίμι γίνεται γρήγορος ρυθμός και εκείνη χορεύει. Την
κοιτάμε μαγεμένοι.
Σε κάθε στροφή εκατοντάδες πεταλούδες ελευθερώνονται από την
πολύχρωμη φούστα της κι ανοιγοκλείνουν απαλά τα φτερά τους.
Τραγουδάει και ξεφιμώνει τη βουβαμένη προ πολλού φωνή του
παρελθόντος. Ανοίγει μια πόρτα που ποτέ δεν ανοίξαμε.
Εναν πολιτισμό που ποτέ δεν μάθαμε καλά.
Πολλά λουλούδια πουλήθηκαν εκείνη τη βραδιά. Και όσα δεν
πουλήθηκαν χαρίστηκαν απ’ τη Μαρία.
(Κυριακη
Μπεϊόγλου, efsyn.gr 23/8/2016)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου