Στην Ελλάδα η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, απονέμεται χωρίς διακρίσεις, δεν εκφοβίζεται, δεν εκβιάζεται και αναμφίβολα δεν παίρνει εντολές. Το σύνολο δε των Ελλήνων θυμάται τα ονόματα των προέδρων και των εισαγγελέων του Αρείου Πάγου – όπως αυτά του Φαλκόνε και του Μπορσελίνο στην Ιταλία. Και τώρα που είμαι καλυμμένος από το να κατηγορηθώ και πολύ περισσότερο να διωχθώ για την άποψη που εκφράζω (πώς τολμώ και εκφράζω άποψη άλλωστε), θα σας πω μια υποθετική ιστορία.
Ένας κατηγορούμενος για σοβαρό έγκλημα, δολοφονία για παράδειγμα, ανακρίνεται από αυτούς που τον κατηγορούν. Οι ανακριτές του επιμένουν ότι είναι ο δολοφόνος, αυτός επιμένει ότι είναι αθώος και τους ζητά να του πουν με ποιες αποδείξεις τον κατηγορούν. Αυτοί αρχίζουν τα υπονοούμενα, ότι ξέρει αυτός, ότι όλο το κλίμα τον ενοχοποιεί, ότι κάποιος τους είπε ότι έτσι είναι τα πράγματα. Τότε ο κατηγορούμενος ανοίγει την τσάντα, βγάζει από μέσα μια κάμερα με βιντεοκασέτα και τους δείχνει τα πλάνα από τη δολοφονία. Ο μάρτυρας ο οποίος εμφανίστηκε να τον κατηγορεί είναι τελικώς ο δολοφόνος. Οπως έχει καταγράψει η κάμερα, έβγαλε το όπλο και πυροβόλησε το θύμα. Οι ανακριτές κλονίζονται, σταματάνε την ανάκριση για να συνεχίσουν την επόμενη μέρα. Οταν επανέρχονται στην ανάκριση και ο αθώος πλέον και αδίκως κατηγορηθείς τους ρωτάει αν έχουν καλέσει τον πραγματικό δράστη για να τον ανακρίνουν, οι ανακριτές του λένε επιτακτικά ότι πρέπει να τελειώσει την απολογία του αντί να παριστάνει τον κατήγορο.
Η φανταστική ιστορία θα μπορούσε να είναι ένα πολύ καλό σενάριο για ταινία που διαδραματίζεται στη Σιναλόα του Μεξικού, αν και φαίνεται κάπως υπερβολική ακόμη και για τη σκληρή περιοχή των καρτέλ. Ας πάμε τώρα σε μια πραγματική ιστορία.
Στις 7 Απριλίου, κατά την απολογία μου στην ανακρίτρια του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου ως ένας από τους κατηγορούμενους για τη «σκευωρία Novartis» (σκάνδαλο Novartis ως γνωστόν δεν υπάρχει γιατί βρέθηκαν ποσά «αδιευκρίνιστα» και όχι τιμολογημένα με ένδειξη «χρηματισμός και μίζα»), αφού αποκάλυψα με στοιχεία ότι πηγή πληροφοριών μου ήταν ο Νίκος Μανιαδάκης και όχι εισαγγελείς, κατέθεσα συνομιλίες και μηνύματα από τα οποία προκύπτει ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες στην υπόθεση Novartis απειλήθηκαν και εκβιάστηκαν. Ζήτησα από την ανακρίτρια να καλέσει τον Νίκο Μανιαδάκη, ακόμη και κατ’ αντιπαράσταση μαζί μου, γιατί τα στοιχεία δεν με απάλλασσαν απλώς αλλά αποδείκνυαν ότι η επιχείρηση «σκευωρία Novartis», την οποία μεθόδευσαν ΝΔ και ΚΙΝΑΛ, δεν ήταν παρά μια συνωμοσία για να μην τιμωρηθούν οι ένοχοι για το σκάνδαλο, αλλά να τιμωρηθούν όσοι τους αποκάλυψαν.
Στις 10 Απριλίου, συνεχίζοντας την απολογία μου, ζήτησα και πάλι να κληθεί ο Μανιαδάκης και να διαβιβαστούν τα στοιχεία που αποκάλυψα σε εισαγγελέα για να ξανανοίξει η υπόθεση Novartis, αυτήν τη φορά χωρίς «αδιευκρίνιστα» και με διευκρινισμένες τις ευθύνες. Όταν προσήλθα και πάλι στην ανάκριση, στις 14 Απριλίου, η ανακρίτρια απαίτησε απειλητικά να τελειώσω την απολογία μου γιατί θα τη διακόψει βίαια.
Νομίζω δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κάποιος νομικά για το ιερό δικαίωμα του κατηγορουμένου να απολογείται όπως θέλει. Η φράση «ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να λέει ό,τι θέλει», η οποία χρησιμοποιείται ως εμπειρική έκφραση από την κοινή γνώμη, τα λέει όλα. Ακόμη και στα στρατοδικεία οι κατηγορούμενοι αφήνονταν να πουν όσα ήθελαν για να τηρηθούν τα νομικά προσχήματα. Τι συνέβη ξαφνικά και η ανακρίτρια πήρε το ρίσκο να βρεθεί μες στη δίνη η οποία έχει δημιουργηθεί από την απαίτησή της; Ας δούμε τι προστατεύει η απαγόρευσή μου να απολογηθώ, δηλαδή να καταθέσω στοιχεία:
- Όσο συνεχίζεται η απολογία μου μπαίνει επιτακτικά το αίτημα να κληθεί για να καταθέσει ο Μανιαδάκης. Να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει ενόρκως (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) όσα έχω καταθέσει. Να διαψεύσει δεν μπορεί, αφού υπάρχουν στοιχεία, άρα θα βρεθεί κατηγορούμενος και ψευδομάρτυρας. Αυτό σημαίνει ότι πέφτει στο κενό όλη η κατηγορία και ενδεχομένως για όλους.
- Όσο συνεχίζεται η απολογία μου, από τα στοιχεία που δημοσιοποιούνται εμφανίζονται οι πραγματικοί ένοχοι, οι οποίοι αποκαλύπτονται ως συνωμότες και πρέπει να παρθούν νομικά μέτρα εναντίον τους.
- Η παραμονή μου στην επικαιρότητα κάνει επιτακτική την ανάγκη να απαντήσουν όσοι έχουν αποκαλυφθεί και σιωπούν. Μπορεί μεν τα εγχώρια ΜΜΕ να παριστάνουν τον Μουγγοθόδωρο, αλλά στο εξωτερικό υπάρχουν αντιδράσεις, ενώ στα social media η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η Δικαιοσύνη δεν περιγράφονται με τα καλύτερα λόγια.
- Κάθε νέο στοιχείο που καταθέτω θέτει το θέμα της ανάσυρσης της δικογραφίας της Novartis και της τιμωρίας των ενόχων, πράγμα που πλέον αναγνωρίζουν οι πάντες, ενώ το δηλώνουν προσωπικότητες εγνωσμένης νομικής συγκρότησης, όπως οι πρώην υπουργοί Δικαιοσύνης Χάρης Καστανίδης και Αντώνης Ρουπακιώτης και η πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου.
- Η παράταση της απολογίας μου, δηλαδή της παράθεσης αποδεικτικών στοιχείων, εκθέτει συνεχώς και την ίδια την ανακρίτρια, η οποία μου άσκησε δίωξη με ανυπόστατες κατηγορίες, στο σύνολό τους σχεδόν αντιγραφή της μήνυσης (και των λαθών της μήνυσης) του Αντώνη Σαμαρά.
- Πέρα από τη νομική της έκθεση, η ανακρίτρια, λόγω των αποκαλύψεων, καλείται να σηκώσει το βάρος και των πολιτικών ευθυνών που εκ των πραγμάτων κουβαλάει η ανατροπή του κατηγορητηρίου. Η δήλωσή της «έχετε μετατραπεί από κατηγορούμενος κατήγορος» εκφράζει αυτή την αλήθεια και την ανησυχία της.
Το θέμα δεν αφορά στενά τη συγκεκριμένη ανακρίτρια του Αρείου Πάγου, αν και δεν την απαλλάσσει από ευθύνες. Στη Δικαιοσύνη λειτουργεί ένας αόρατος μηχανισμός, με γρανάζια διεφθαρμένους λειτουργούς της, που την κινεί σε συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η μεγάλη επιτυχία αυτού του μηχανισμού είναι ότι καταφέρνει να πείθει δικαστές και εισαγγελείς, ακόμη και όσους το σιχαίνονται ως λειτουργία, ότι αυτή η μηχανή της αθλιότητας είναι η ατμομηχανή της απονομής Δικαιοσύνης. Η κοινωνική αδικία αναπαράγεται μέσα σε ανακριτικά γραφεία και δικαστικές αίθουσες και επιζητεί την επιβεβαίωσή της μέσα από την εφαρμογή των νόμων.
Στην παρούσα φάση και όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, το να υπερασπιστώ την αθωότητά μου είναι το λιγότερο. Με μια Δικαιοσύνη που κινείται στα όρια της συνεχούς ενοχής όλοι είμαστε δυνάμει ένοχοι και αυτό είναι πρόβλημα σε μια δημοκρατία. Ο αόρατος μηχανισμός που λειτουργεί στη Δικαιοσύνη είναι σε ευθεία σχέση με το Μαξίμου. Ο Μητσοτάκης έχει αλώσει όλους τους αρμούς της εξουσίας και επιχειρεί να τους μετατρέψει σε παρακρατικά όργανα. Ενώ γράφονται αυτές οι γραμμές αποκαλύπτεται ότι η ΕΥΠ, υπό τον άμεσο έλεγχο του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρακολουθούσε με επίσημο αίτημα περί «εθνικής ασφάλειας» τον δημοσιογράφο Νάσο Κουκάκη, ο οποίος ερευνούσε σκάνδαλα τραπεζών. Οι ερευνώμενοι τραπεζίτες και οι συνεργοί τους αμνηστεύτηκαν με νόμο Μητσοτάκη, ενώ όταν ο δημοσιογράφος αντιλήφθηκε την παρακολούθηση και απευθύνθηκε στην ΑΔΑΕ η κυβέρνηση ψήφισε νόμο για να μη δικαιούται να πάρει τα στοιχεία που αποδείκνυαν την παράνομη παρακολούθηση.
Το κράτος μετασχηματίζεται σε παρακράτος και οι δύο θεσμοί που μπορούν να αντισταθούν, η Δικαιοσύνη και η δημοσιογραφία, έχουν μετατραπεί σε τμήματα ενός αόρατου μηχανισμού επιβολής των αντιθεσμικών επιλογών των πραγματικών εχθρών της δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου