ΕΪΒΑΛΑ
Χθες το λιόγερμα εϊβαλά
χθες το δειλινό
ήρθαν κι έκλεψαν εϊβαλά
τον αυγερινό
ήταν έντεκα ήταν δώδεκα
ήταν δεκατρείς
όλοι μ’ άλογα όλοι μ’ άρματα
να τους φοβηθείς
Τρέχει ο Μπότσαρης εϊβαλά
και ο Καραφωτιάς
παίρνουν τ’ άρματα εϊβαλά
της αρβανιτιάς
κι απ’ το πάλεμα απ’ το μάτωμα
κι απ’ το μακελειό
σπίτια ράγισαν και γκρέμισαν
σείστει το βουνό
Χτες το λιόγερμα εϊβαλά
χτες το δειλινό
εϊ μας πήρανε εϊβαλά
τον αυγερινό
Γεια σου Μπότσαρη εϊβαλά
και Καραφωτιά
που ντροπιάσατε εϊβαλά
την αρβανιτιά
χθες το δειλινό
ήρθαν κι έκλεψαν εϊβαλά
τον αυγερινό
ήταν έντεκα ήταν δώδεκα
ήταν δεκατρείς
όλοι μ’ άλογα όλοι μ’ άρματα
να τους φοβηθείς
Τρέχει ο Μπότσαρης εϊβαλά
και ο Καραφωτιάς
παίρνουν τ’ άρματα εϊβαλά
της αρβανιτιάς
κι απ’ το πάλεμα απ’ το μάτωμα
κι απ’ το μακελειό
σπίτια ράγισαν και γκρέμισαν
σείστει το βουνό
Χτες το λιόγερμα εϊβαλά
χτες το δειλινό
εϊ μας πήρανε εϊβαλά
τον αυγερινό
Γεια σου Μπότσαρη εϊβαλά
και Καραφωτιά
που ντροπιάσατε εϊβαλά
την αρβανιτιά
ΞΥΠΝΗΣ`Η ΠΟΛΗ
Κίτρινο φως στην μακρινή τη συνοικία
Μες στην βροχή κάποιοι εργάτες προχωρούν
Λάσπη πετούν τα βιαστικά λεωφορεία
και στον σταθμό δυο μετανάστες καρτερούν
Ξύπνησ’ η πόλη, τα γιαπιά και το λιμάνι
Πήρε το κάρο και ξεκίνησε ο Θωμάς
Βοήθα Χριστέ της γειτονιάς το φτωχομάνι
Βοήθα Χριστέ να γίνει κάτι και για μας
Μες στην βροχή κάποιοι εργάτες προχωρούν
Λάσπη πετούν τα βιαστικά λεωφορεία
και στον σταθμό δυο μετανάστες καρτερούν
Ξύπνησ’ η πόλη, τα γιαπιά και το λιμάνι
Πήρε το κάρο και ξεκίνησε ο Θωμάς
Βοήθα Χριστέ της γειτονιάς το φτωχομάνι
Βοήθα Χριστέ να γίνει κάτι και για μας
ΟΔΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ
Σάββατο κι απόβραδο και ασετυλίνη
στην Αριστοτέλους που γερνάς
έβγαζα απ’ τις τσέπες μου φλούδες μανταρίνι
σου `ριχνα στα μάτια να πονάς
Παίζαν οι μικρότεροι κλέφτες κι αστυνόμους
κι ήταν αρχηγός η Αργυρώ
και φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους
τ’ Άη Γιάννη θα `τανε θαρρώ
Βγάζανε τα δίκοχα οι παλιοί φαντάροι
γέμιζ’ η πλατεία από παιδιά
κι ήταν ένα πράσινο, πράσινο φεγγάρι
να σου μαχαιρώνει την καρδιά
Παίζαν οι μικρότεροι κλέφτες κι αστυνόμους
κι ήταν αρχηγός η Αργυρώ
και φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους
τ’ Άη Γιάννη θα `τανε θαρρώ
στην Αριστοτέλους που γερνάς
έβγαζα απ’ τις τσέπες μου φλούδες μανταρίνι
σου `ριχνα στα μάτια να πονάς
Παίζαν οι μικρότεροι κλέφτες κι αστυνόμους
κι ήταν αρχηγός η Αργυρώ
και φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους
τ’ Άη Γιάννη θα `τανε θαρρώ
Βγάζανε τα δίκοχα οι παλιοί φαντάροι
γέμιζ’ η πλατεία από παιδιά
κι ήταν ένα πράσινο, πράσινο φεγγάρι
να σου μαχαιρώνει την καρδιά
Παίζαν οι μικρότεροι κλέφτες κι αστυνόμους
κι ήταν αρχηγός η Αργυρώ
και φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους
τ’ Άη Γιάννη θα `τανε θαρρώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου