Μια νύχτα, ένας καλοφτιαγμένος αλλά εμφανώς εξαθλιωμένος νεαρός χάνει το δρόμο του και βρίσκεται έξω από μια απομονωμένη φτωχική αγροικία.
Εκεί διαμένει ένας
άξεστος αγρότης μαζί με την όμορφη μα σεξουαλικά στερημένη γυναίκα του.
πείθει τον άντρα της να μοιραστούν με τον ξένο τη μοναδική τους κοτόπιτα.
Ο ξένος αρχίζει να τρώει με βουλιμία έως τη στιγμή που ο αγρότης τον μαλώνει:
''Κάνε κράτει! Αυτό το φαγητό το έχουμε για όλη την εβδομάδα.''
Ο ξένος παρατάει την κοτόπιτα και ρωτάει αν μπορεί κάπου να κοιμηθεί.
Ο αγρότης προτείνει το σκυλόσπιτο αλλά η γυναίκα του, που λιμπίζεται ήδη τον νεαρό, αντιτείνει να πέσουν και οι τρεις στο μεγάλο κρεβάτι, με τον αγρότη στη μέση για προστασία της οικογενειακής τιμής.
Μετά τα μεσάνυχτα, ακούγεται ένας θόρυβος από το κοτέτσι και ανήσυχος
ο αγρότης τρέχει να δει τι συμβαίνει.
Ξαναμμένη η γυναίκα
στρέφεται προς τον ξένο:
''Γρήγορα, έλα, τώρα είναι η ευκαιρία..!''
Ο ξένος δε χάνει λεπτό. Πετάγεται όρθιος, και καταβροχθίζει την υπόλοιπη κοτόπιτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου