Πριν από λίγες μέρες έγινε γνωστό ότι το βιβλιοπωλείο Επί Λέξει κλείνει
οριστικά και ότι θα παραμείνει ανοιχτό άλλους δύο μήνες. Από σχετική
ανακοίνωση που ανέβηκε στη σελίδα του στο Facebook ενημερωθήκαμε ότι
παρά τις προσπάθειες που έγιναν εκ μέρους της ιδιοκτησίας δεν ήταν
δυνατόν να κρατηθεί, καθώς η απαίτηση των ιδιοκτητών του ακινήτου για
υπερδιπλασιασμό του ενοικίου, είναι ο τοίχος που δεν μπορούν να
γκρεμίσουν.
Έσπευσαν τότε να πάρουν θέση αρκετοί υποστηρίζοντας
πως αυτό συμβαίνει γιατί το ελληνικό αναγνωστικό κοινό είναι μικρό – λες
και πριν από δέκα χρόνια ήταν μεγάλο. Ότι «ορίστε τι συμβαίνει όταν
στηρίζουμε τις μεγάλες αλυσίδες και όχι τα μικρότερα βιβλιοπωλεία» (ας
αποφασίσουμε όμως, τελικά διαβάζει ο Έλληνας ή όχι;). Ότι χύνονται
κροκοδείλια δάκρυα ενώ οι περισσότεροι από όσους δηλώνουν ότι
στενοχωρήθηκαν με την είδηση δεν περνούσαν συχνά από το συγκεκριμένο
βιβλιοπωλείο, ενώ υπήρξαν και αρκετοί που δεν πέρασαν ποτέ – άρα με ποιο
δικαίωμα θλίβονται.
Το γεγονός ότι το βιβλιοπωλείο ήταν εκεί
και δούλευε δώδεκα χρόνια είναι η απάντηση σε όλα τα παραπάνω. Όποιος
ανοίγει βιβλιοπωλείο στην Ελλάδα μάλλον γνωρίζει εξαρχής ότι δεν
πρόκειται να πλουτίσει. Και προφανώς αυτό το γνωρίζει και η Μαρία
Παπαγεωργίου, ιδιοκτήτρια του Επί Λέξει, ένας άνθρωπος με μακρά και
σημαντική θητεία στον χώρο του βιβλίου. Αυτό που άλλαξε δεν είναι ότι
ξαφνικά μειώθηκε το αναγνωστικό κοινό σε βαθμό που να μην μπορεί να το
στηρίξει. Η αλλαγή που συντελείται άλλωστε δεν αφορά μόνο το Επί Λέξει.
Αφορά τη σχέση μας με την πόλη, η οποία πλέον μεταμορφώνεται σε αβίωτο
τουριστότοπο.
Για να καταφέρει το Επί Λέξει να σταθεί στο πόστο
του θα έπρεπε να καταβάλλεται μηνιαίως ενοίκιο της τάξης των €5.000
ευρώ, από €2.200 που ήταν μέχρι πρότινος. Δεν θα μπούμε στη διαδικασία
να κάνουμε τη μαθηματική πράξη για να δούμε πόσα βιβλία παραπάνω έπρεπε
να πουλιούνται μηνιαίως για να βγει αυτό το ποσό. Δεν ωφελεί. Το ίδιο θα
συμβαίνει από δω και πέρα και σε άλλους χώρους που είναι φτιαγμένοι με
χειροποίητη αγάπη και ουσιαστικό νοιάξιμο – στο Επί Λέξει επί δώδεκα
χρόνια οι άνθρωποι συναντιούνταν, μιλούσαν, άκουγαν, διάβαζαν και αυτό
θα λείψει σε όσους αγαπάμε την πόλη.
Οι υπόλοιποι, οι
περαστικοί, θα βρουν στη θέση του κάποιο μπραντσάδικο για να ξαποστάσουν
από τη βόλτα τους σε μια πόλη που αυτή τη στιγμή ξεπουλιέται μπιρ παρά,
με ευθύνη της κυβέρνησης. Οι περαστικοί άλλωστε δεν έχουν κανέναν καημό
να διασώσουν τη μνήμη ενός τόπου. Μέλημά τους είναι να διασώσουν την
εικόνα του εαυτού τους στις σέλφις που περιλαμβάνουν και λίγη πόλη σαν
φόντο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου