Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Θεοδωρακης - Γκατσος


ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Ένας κρατούσε το μαχαίρι
άλλος κρατούσε το σπαθί
κι εγώ σου κράταγα το χέρι
το χέρι μου να ζεσταθείς

Αγάπη μου, αγάπη μου
θα σου μιλήσω τώρα
για της χαράς την ώρα
και για την λευτεριά
αγάπη μου, αγάπη μου
στην πικραμένη χώρα
θα σταματήσει η μπόρα
και θα `ρθει η ξαστεριά

Είναι το φεγγάρι ματωμένο
κι ο ήλιος είναι σκοτεινός
και μες στη νύχτα περιμένω
ν’ ανοίξει πάλι ο ουρανός


ΜΥΡΤΙΑ

Είχα μια θάλασσα στο νου
κι ένα περβόλι, περιβόλι τ’ ουρανού.
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά
για την απάνω γειτονιά.

Στα παραθύρια τα πλατιά
χαμογελούσε μια μυρτιά.
Κουράστηκα να περπατώ
και τη ρωτώ και τη ρωτώ.

– Πες μου, μυρτιά, να σε χαρώ:
Πού θα βρω χώμα, θα βρω χώμα και νερό
να ξαναχτίσω μια φωλιά
για της αγάπης τα πουλιά;

Στα παραθύρια τα πλατιά
είδα και δάκρυσε η μυρτιά.
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά
για την απάνω γειτονιά.



ΣΕ ΠΟΤΙΣΑ ΡΟΔΟΣΤΑΜΟ


Στον άλλο κόσμο που θα πας
κοίτα μη γίνεις σύννεφο
κοίτα μη γίνεις σύννεφο
κι άστρο πικρό της χαραυγής
και σε γνωρίσει η μάνα σου
που καρτερεί στην πόρτα

Σε πότισα ροδόσταμο
με πότισες φαρμάκι
της παγωνιάς αητόπουλο
της ερημιάς γεράκι

Πάρε μια βέργα λυγαριά
μια ρίζα δεντρολίβανο
μια ρίζα δεντρολίβανο
και γίνε φεγγαροδροσιά
να πέσεις τα μεσάνυχτα
στη διψασμένη αυλή σου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου